Κωνσταντίνος Τζούμας
Τον έχουν ονομάσει «Πρίγκιπα του περιθωρίου», αιρετικό, καλτ φυσιογνωμία, ροκ, δανδή, σνομπ, προκλητικό...
Είναι εκκεντρικός, δηλαδή ένας φυσιολογικός άνθρωπος σε έναν αφύσικο κόσμο. Εχει παίξει στας «Δύο Ορφανάς», στη «Φαύστα», στο «Περιμένοντας τον Γκοντό», στους «Εμιγκρέδες» και στο σινεμά είναι ο αντιήρωας της δεκαετίας του '70. Δηλαδή ένας κανονικός άνθρωπος που γελάει δυνατά όταν έρχεται σε επαφή με την ανοησία. Παίζει ρόλους φλερτάροντας «με το μεγαλείο και την κουρελαρία».
Εραστής του μινιμαλισμού, εισαγγελέας της κοινοτοπίας και μάστορας του τάιμινγκ, ο ιδιότυπος αυτός ηθοποιός με την αυστηρή επιλεκτικότητα στις εμφανίσεις του. Ένα παίξιμο σχεδόν μπλαζέ, μια επίμονη αίσθηση ότι αυτά που λέγονται θα μπορούσαν και να παραλειφθούν, η βεβαιότητα ότι όσα λέγονται είναι απολύτως φυσικά ενώ δεν είναι. Μια «άνεση» σκηνικής συμπεριφοράς που μοιάζει με, ψευδή βέβαια, περιφρόνηση του κειμένου δεν είναι μακριά από έναν δόλιο αυτοσαρκασμό του ηθοποιού – αυτοσαρκασμό ο οποίος συνιστά το ηθικό και αισθητικό διαβατήριο του σαρκασμού των άλλων και μιας γενικότερης χλευαστικής διάθεσης. (Καθημερηνή. Hμερομηνία δημοσίευσης: 18-04-04)
«...Θα ζήσουμε ξένοιαστα, κοσμοπολίτικα, κομψά, όπως οι ήρωες του Μπουνιουέλ, του Αντονιόνι, του Φελίνι, ίσως λίγο μελαγχολικά αλλά με σουρεάλ χιούμορ και αριστοκρατικότητα...» γράφει ο Κωνσταντίνος Τζούμας στο βιβλίο του Ως εκ Θαύματος (εκδόσεις Καστανιώτης), τον πρώτο τόμο της αυτοβιογραφικής τριλογίας του.
"Δεν θεωρώ τον εαυτό μου πολιτικοποιημένο, οι πολιτικοποιημένοι μού έφερναν πάντα βαρεμάρα. Μου άρεσε πιο πολύ μέσα από την καθημερινή συναναστροφή, τα δείπνα, τα γεύματα, τις βόλτες, τις εκδρομές, τους έρωτες και τα πάρτι, να μεταφέρουμε πληροφορίες ο ένας στον άλλον που να διευκολύνουν τη ζωή μας. "
"Ημουν περισσότερο παρατηρητής (στη ζωή). Με το ένα πόδι μέσα και το άλλο έξω. Πέρασα από διάφορα γκέτο στα οποία με θέλανε αποκλειστικά δικό τους, τους έδωσα όμως να καταλάβουν ότι είμαι απλώς περαστικός, ότι είναι ωραία εδώ αλλά δεν θα παντρευτούμε κιόλας! Νιώθω περιηγητής στη ζωή, δεν ήρθα να αράξω και να ρίξω τις βάσεις μου για να φτιάξω ένα ισχυρό εκτόπισμα που θα γεμίσει τη λεκάνη μου και τα σκέλια μου και να αρχίσω να γεννοβολώ. Δεν με εκφράζει αυτό! "
"Υπάρχει μια περιέργεια που διατηρώ από μικρό παιδί για το κορμί του άλλου, για το τι κρύβεται κάτω από τη φούστα ή το παντελόνι. Εχω ένα ανεξάντλητο ενδιαφέρον για τον άνθρωπο: πώς μιλάει, τι σκέφτεται, πώς μυρίζει. Για τον κόσμο των γυναικών και τα εσώρουχά τους. Από μικρός ήθελα να είμαι αόρατος για να μπορώ να βρίσκομαι σε γυναικεία μπουντουάρ. Να είμαι εκεί και να παρακολουθώ τι κάνουν όταν ετοιμάζονται να βγουν για να συναντήσουν τις φίλες τους ή τους εραστές τους."
Αλήθεια, ποια είναι η γνώμη σας για τον σύγχρονο άνδρα;
"Νομίζω ότι είναι χαμένος, το ίδιο όμως πιστεύω και για τις γυναίκες, οι οποίες φαινομενικά έχουν ξεθαρρέψει και κάνουν πιο τολμηρά πράγματα. Ωστόσο έχω την αίσθηση ότι και οι δύο είναι χαμένοι. Χαμένοι στην απόπειρα να μεταφράσουν την πραγματικότητα! Είναι αλήθεια ότι δεν γνωρίζαμε τις συνέπειες όταν μιλούσαμε για απελευθέρωση. Εχω την εντύπωση ότι περνάμε μια μεταβατική εποχή -για να έρθει μια άλλη- πέρα από ρατσισμούς ή στριμόκωλα στερεότυπα. "
"Θα προτιμούσα να είχα κρατήσει τα εκατομμύρια που σπατάλησε ο πατέρας μου αλλά δεν προέκυψε! Τελικά αυτό που έμεινε είναι η ευγένεια και οι τρόποι της μητέρας μου, αλλά και ένα στοιχείο του πατέρα μου που συμπυκνώνεται στο εξής μότο: «Ας παίξουμε αυτό το παιχνίδι χωρίς να το κάνουμε και πολύ θέμα». "
"Αναζητούσα πάντα το επόμενο. Μπορεί να πει κανείς πως ήμουν ένας συλλέκτης εμπειριών. Τώρα μου τέλειωσε και αυτό. Ναι. Βαριέμαι πια. Εχω ενθουσιασμό για μία συντροφικότητα, ένα ωραίο γεύμα, μία ωραία βόλτα στο πουθενά και για κανένα σκοπό. Μου έχει φύγει και η περιέργεια που είχα από μικρός για το κορμί του άλλου. Δεν το έχω πια. Ντρέπομαι πλέον κι ο ίδιος να γυμνωθώ. Οχι εξαιτίας της φθοράς του χρόνου. Ανακαλύπτω απλά πως αυτά που είχα όταν ήμουν παιδί σταδιακά επιστρέφουν. Ξαναγυρίζω προς τα πίσω. Μικρός ήμουν πάρα πολύ ντροπαλός και στο σπίτι μας δεν υπήρχε καμία έκθεση του κορμιού. Υπήρχε πολλή αγάπη, πολιτισμός, κλασικές μουσικές, αλλά μου πήρε χρόνια να περπατήσω ξυπόλυτος το καλοκαίρι. Και τώρα είναι σαν να επιστρέφω στην προεφηβική περίοδο. Εχω μία συστολή. Θέλω χιλιάδες σκοτάδια και πέπλα για να γυμνωθώ."
«Ασχετα από το πόσο έξαλλα ήταν τα ξενύχτια και οι έρωτες, εγώ κάποια στιγμή έριχνα μία κομψή καμπαρντίνα επάνω μου και αποχωρούσα. Αλλοι έμεναν για τη συνέχεια...»
«Θέλω όλα να έχουν την εικόνα ευφορικού παιχνιδιού. Να είναι ελαφρά, χαριτωμένα.»
«Σε αυτήν τη χώρα έχεις πάρα πολλές πιθανότητες να γίνεις μισάνθρωπος. Η ελληναρία κυρίως. Παρκάρει όπου να 'ναι προκειμένου να κάνει τη δουλειά της, δεν σέβεται τον διπλανό, πετάει πράγματα απ' τα μπαλκόνια, δηλαδή τέτοια πράγματα τα οποία εσύ τα θεωρείς αυτονόητα, αυτή η νεοπλουτίστικη νοοτροπία. Δεν μπορούν να περπατήσουν δύο άνθρωποι φίλοι σε ένα πεζοδρόμιο και να χαρούν μία βόλτα. Ο περιπτεράς έχει στήσει το μικρό του διαμέρισμα, η άλλη έχει βγάλει τα σκουπίδια, ο άλλος τραπέζια, ο άλλος δεν νοιάζεται καθόλου τι κάνει το σκυλί του, το θεωρεί δεδομένο ότι πρέπει να είσαι φιλόζωος, μια σειρά από τέτοια πράγματα. Υπάρχει μία διάθεση -δεν ξέρω από πού έχει προκύψει αυτή- για παραβατικότητα. Έχουνε μία μανία όλοι να πάνε κόντρα σε ένα δρόμο που απαγορεύεται προς αυτή την κατεύθυνση, πάνε όμως, είτε με τη μηχανή είτε με το αμάξι, έλα μωρέ, δεν τρέχει και τίποτα. Εν τω μεταξύ την ίδια στιγμή είναι μια χώρα με πάρα πολλά τροχαία. Με υπογεννητικότητα και τόσα πολλά τροχαία και με τέτοιο ρατσισμό απέναντι στους μετανάστες δεν νομίζω ότι σας παίρνει, κύριε... Δεν φτάνει που δεν σέβεστε τίποτα, έρχονται κι οι άνθρωποι εδώ να συμβάλλουν -εργατικά χέρια, οτιδήποτε- και πουλάτε και μούρη κι από πάνω; Δεν μπορώ να καταλάβω μερικές φορές. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη εξορία απ' το να μην καταλαβαίνεις την καθημερινότητα της πόλης που ζεις. Αναρωτιέσαι, τώρα αυτό τι σημαίνει; Τώρα αυτός γιατί συμπεριφέρεται με αυτό τον τρόπο; Τι λέει τώρα ξαφνικά; Αυτό είναι μεγαλύτερη εξορία απ' το να ζεις σε μια ξένη χώρα που ξέρεις πού αρχίζουν και τελειώνουν τα όρια. Είναι μια χώρα που όλοι έχουν δίκιο. Αυτό είναι καταπληκτικό..» (από τη lifo)
ποια είναι η σχέση σου με το θεό;
"Είμαι καραμπινάτος αγνωστικιστής. Ουδέποτε μάσησα με το θέμα. Μου αρέσει όμως το λούσο και η κοκεταρία! Μου αρέσουν οι σκηνές από το Βατικανό με εκείνα τα τρομερά άμφια. Έχει κάποια πλάκα αυτό! Θυμάμαι που στο Romao Φελλίνι είχε κάνει ένα fashionshow για καρδιναλίους στο Βατικανό. Ήταν καταπληκτικό. Επίσης, μου αρέσει και πως ντύνονται οι ανατολίτες, ειδικά οι σύγχρονοι, που μπορεί να φορέσουν ένα κουστούμι Armaniκι από πάνω να ρίξουν ένα κιμονό ή κάτι παραδοσιακό. Μου αρέσουν οι μίξεις."
"Πολύ συχνά το στυλ κρατάει σε απόσταση τους κακόγουστους. Άρα το ράσο κάνει το παπά. Ξεκινά από την ανάγκη να αρέσεις στις γυναίκες. Να ξεχωρίσεις από όλους τους άλλους και να πουν ποιος είναι αυτός που φορά μποτίνια από χρυσό κροκόδειλο ας πούμε και μανικετόκουμπα από καυλωμένο μεταξοσκώληκα. Έχει πάντα ενδιαφέρον όταν κάποιος άνθρωπος κάνει πιο συναρπαστική τη ματιά μας. Δεν είναι και λίγο αν το καλοσκεφτείς. Μπορεί να φτάσεις στο άλλο άκρο βέβαια και να γίνεις θύμα της μόδας. Αυτό δεν έχει να κάνει με το στυλ. Θα έλεγα ότι το στυλ είναι η απουσία οποιασδήποτε μόδας."
"Κάνουν ότι μπορούν για να κρατήσουν τα πράγματα εκεί που ήταν καθώς τρέμουν στην ιδέα της αλλαγής. Υπάρχει μεγάλος φαλλοκρατισμός. Μου αρέσει πολύ που αβίαστα οδηγούμαστε σε εποχές εξαιρετικών αλλαγών. Θέλω να γνωρίσω καινούργια πράγματα. Βαριέμαι τρομερά τα παλιά. Απόδειξη ότι δεν έχω παντρευτεί. Μέσα στα παλιά συστήματα δεν αντέχει κανείς εκτός κι αν κάνει πολλούς συμβιβασμούς, πολλές υποχωρήσεις και θυσίες. Δε μου αρέσει μια τέτοια κοινωνία και οφείλω να παραδεχτώ ότι μπορεί να είναι μια ουτοπία ότι θα υπάρξει μια κοινωνία όπου οι άνθρωποι θα είναι χαλαροί, ελεύθεροι, ο καθένας θα έχει την ιδιαιτερότητα του και τα παιδιά όλου του κόσμου θα είναι και δικά μας παιδιά. Όμως δεν πα να είναι και ουτοπία στη τελική. Οι επαναστάσεις έτσι ξεκινάνε. Μπορεί η δεκαετία του ’60 να μην είχε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, παρ’ ολ’αυτά κάτι άλλαξε.'
"Ο τίτλος του είναι «Ως εκ θαύματος». Ιστορίες από τα καλύτερα παιδιά που κουράστηκαν και γύρισαν στο σπίτι επειδή δεν ήθελαν καμιά πρωτιά. Δεν ήταν του ανταγωνισμού, δεν έβαζαν τρικλοποδιές, δεν βάραγαν αγκωνιές. Ξέρεις δε θέλανε ντε και καλά να βγουν μπροστά και να μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον κανενός. Δε θεωρούσαν τους εαυτούς τους το κέντρο του σύμπαντος. Χιούμορ, ευ ζην, κομψότητα, κοσμοπολιτισμός, ωραίοι τύποι, νεαρά αγόρια και κορίτσια. Μ’ αυτούς ασχολούμαι. Γνώρισα πάρα πολλούς. Εγώ με το ένα πόδι ήμουν μέσα στο να κάνω πράγματα και με το άλλο εκτός. Όταν ήμασταν μικροί, ήμασταν μια παρέα και ήμασταν κατά της εργασίας. Θέλαμε να περνάμε τη ζωή σε πάρτυ, σε εκδρομές, σε έρωτες, στο Ηρώδειο, να βλέπουμε παραστάσεις. Υπήρχαν όμως και διαστήματα που δουλεύαμε. Ενώ από μικρός ήταν να γίνω ηθοποιός, άργησα να πάω γιατί ντρεπόμουνα."